Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2013

Περνάμε καλά κι αυτό βγαίνει προς τα έξω...

Παρακολουθώντας την ταινία η ζωή της Αντέλ εξάντλησα μέσα μου όλα τα ερωτήματα που έθετε η μικροαστική ηθική μου απέναντι στον ομοφυλόφιλο έρωτα. Ο πιο ρεαλιστικός τρόπος να αφηγηθείς την μεγάλη ιστορία του έρωτα, του πάθους, του πρώτου φιλιού, της συμβίωσης, του κατακερματισμού του είναι στην προσπάθεια της ένωσής του στη σχέση των 2, των αμοιβαίων υποχωρήσεων ή ακόμα- ακόμα των υποχωρήσεων του ενός, τη δυσπραγία του άλλου απέναντι σε αυτό, τη ρήξη, την εγκατάλειψη, την ερωτική βία, τη ζήλεια, το άγχος της απόρριψης, τον φόβο του "άλλου", την απώλεια του ενός από τους δύο που σε προηγούμενο διάστημα είχε συντρίψει κάθε εγωισμό για να υπάρχει ως ένα, την αγάπη και τον φόβο αυτής, τον τρόμο της αιωνιότητας ενός συναισθήματος, το απωθημένο, την παραίτηση, τον θάνατο του έρωτα και τα βήματα σε μία καινούρια ζωή. Υπάρχουν άραγε όλα αυτά που ζούμε σαν στρέιτ στις ομοφυλόφιλες σχέσεις; Δεν εννοώ να πω με αυτό πως υπάρχουν απελευθερωτικά βήματα του έρωτα σε αυτήν την κινηματογραφική αφήγηση. Κάθε άλλο. Αυτό που καθηλώνει τον θεατή είναι ότι συνθέτει την ίδια σκληρή/ τραυματική πραγματικότητα του έρωτα θέτοντας ως πρωταγωνίστριες δυο νέες γυναίκες η μία εκ των οποίων αναζητά ακόμη την έμφυλη ταυτότητά της- η άλλη κατασταλαγμένη απέναντι σε αυτό. Η ταινία παρά την επιμονή της στην ατομικότητα των πρωταγωνιστριών κατάφερε να γενικεύσει μέσα μου τη ιδέα ότι το δράμα του έρωτα είναι το ίδιο ανεξαρτήτως φύλου, ηλικίας, εμπειρίας, γνώσης του νου. Θέλω να πω πως εύκολα πολλοί δηλώνουμε αντισεξιστές, ελευθεριακοί προς αυτά τα ζητήματα αλλά σπάνια φαίνεται να αντιλαμβανόμαστε βαθειά μέσα μας πως υπάρχουν οι παραπάνω ταυτήσεις στις σχέσεις ίδιας τάξης (δηλαδή έρωτα), ανεξάρτητα από τα χαρακτηριστικά των συμμετεχόντων. Βουτιά στο επέκεινα και πίσω πάλι. Στο διάλειμα έκανα την κριτική μέσα μου πως πρόκειται για ένα είδος ριάλιτι με την έννοια πως το μοναδικό πράγμα που δεν μας αποκάλυπτε ήταν την πιο βαθιά και μοίχεια σκέψη της Αντέλ. Μετά όμως το διάλειμα κι ενώ περιμένεις μία μορφή κρεσέντο που αναμένεις ότι θα έρθει από το μικροαστικό οικογενειακό περιβάλλον της Αντέλ, ή από τη σύγκρουση με τον κοινωνικό περίγυρο και θα καταλήξει άλλη μία ηθικοδιδακτική ταινία, τελικά ΔΕΝ έρχεται από πουθενά παρά από τις ίδιες τις δύο πρωταγωνίστριες και τη διαδικασία του χωρισμού. Σχετικά ευάλωτη τον τελευταίο καιρό με τις υποδόριες εκφάνσεις του έρωτα, αφέθηκα στην αφήγηση και τους ήχους της ταινίας. Μου άρεσε ο ρεαλισμός της μέσα από τον ήχο της.   Αυτά, γιατί πολύ εκτέθηκα. Καλημέρες.